Ερέτρια

Ερέτρια
η
1. αρχαία πόλη της Εύβοιας.
2. κωμόπολη της Εύβοιας.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Ἐρετρία — Ἐρετρίᾱ , Ἐρέτρια Eretria fem nom/voc/acc dual Ἐρετρίᾱ , Ἐρετριεύς Eretria masc acc sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἐρετρίᾳ — Ἐρετρίᾱͅ , Ἐρέτρια Eretria fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐρετρία — ἐρετρίᾱ , Ἐρετριεύς Eretria masc acc sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἐρέτρια — Eretria fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ερέτρια — Παραλιακή κωμόπολη (υψόμ. 5 μ., 3.156 κάτ.) της κεντρικής Εύβοιας. Βρίσκεται στον νότιο Ευβοϊκό κόλπο, ΝΑ της Χαλκίδας. Ιστορία. Η Ε. μαζί με τη Χαλκίδα υπήρξαν οι σπουδαιότερες πόλεις της Εύβοιας στην αρχαιότητα. Η ιστορία της Ε. χάνεται στα… …   Dictionary of Greek

  • Ερέτρια — Sp Erètrija Ap Ερέτρια/Eretria L C Graikija …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • Ἐρετριᾶ — Ἐρετριεύς Eretria masc acc sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ερέτρια (Θεσσαλίας) — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 300 μ., 232 κάτ.) του νομού Λαρίσης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Πολυδάμαντα …   Dictionary of Greek

  • Ἐρετρίας — Ἐρετρίᾱς , Ἐρέτρια Eretria fem acc pl Ἐρετρίᾱς , Ἐρέτρια Eretria fem gen sg (attic doric aeolic) Ἐρετρίᾱς , Ἐρετριεύς Eretria masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἐρετριέων — Ἐρέτρια Eretria fem gen pl (epic ionic) Ἐρετριεύς Eretria masc gen pl Ἐρετριέω̆ν , Ἐρετριεύς Eretria masc gen pl Ἐρετριός masc/fem gen pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”